Ομαδα επιστημόνων με επικεφαλής τον Δρ. Δημήτρη Ευαγγελινό (απόφοιτο του Τμήματος Ωκεανογραφίας και Θαλασσίων Βιοεπιστημών) από το Imperial College London ανακάλυψαν ότι το μεγαλύτερο και ισχυρότερο θαλάσσιο ρεύμα του πλανήτη εμφανίστηκε στα τέλη του Μειόκαινου, πριν από περίπου δέκα εκατομμύρια χρόνια. Αυτή η ανακάλυψη ανατρέπει την επιστημονική άποψη που επικρατεί μέχρι σήμερα, για το χρόνο και τον τρόπο, που δημιουργήθηκε το ισχυρότερο ρεύμα στον πλανήτη.
Το Ανταρκτικό Περιπολικό Ρεύμα, είναι το μεγαλύτερο και πιο ισχυρό θαλάσσιο ρεύμα στην Γη, το οποίο περιστρέφεται γύρω από την Ανταρκτική, και συνδέει όλους τους ωκεανούς του πλανήτη (Ατλαντικό, Ειρηνικό και Ινδικό). Μεταξύ άλλων, αποτελεί έναν ζωτικής σημασίας μηχανισμό στην μεταφορά θερμότητας και διοξειδίου του άνθρακα, καθώς λειτουργεί ως κύριος ρυθμιστής του κλίματος της Γης.
Το Ανταρκτικό Περιπολικό Ρεύμα περιστρέφεται γύρω από την Ανταρκτική ανεμπόδιστο στο πέρασμά του, χωρίς να παρεμβάλλεται κάποια ήπειρος. Η ροή του είναι τόσο ισχυρή που λειτουργεί σαν ασπίδα, και εμποδίζει τις ζεστές επιφανειακές θαλάσσιες μάζες να φτάνουν κοντά στην Ανταρκτική, προστατεύοντας έτσι το παγοκάλυμμα της Ανταρκτικής.
Ο χρόνος και ο τρόπος που δημιουργήθηκε το Ανταρκτικό Περιπολικό Ρεύμα, έχουν αποτελέσει αναπάντητα ερωτήματα για την επιστημονική κοινότητα εδώ και 50 χρόνια. Μια από τις επικρατέστερες θεωρίες συνδέει την εμφάνιση του Ανταρκτικού Περιπολικού Ρεύματος, με την αποκόλληση της Ανταρκτικής από την Νότια Αμερική (Πέρασμα Ντρέικ) και από την Νότια Τασμανία (Πέρασμα Τασμανίας). Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία ενός ρεύματος που μπορούσε να ρέει ανεμπόδιστο γύρω από την Ανταρκτική και θεωρείται ότι έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην δημιουργία του παγοκαλύμματος στην Ανταρκτική πριν από τριάντα τέσσερα εκατομύρια χρόνια.
Η νέα μελέτη με τίτλο «Η γέννηση του σύγχρονου Ανταρκτικού Περιπολικού Ρεύματος στα τέλη του Μειόκαινου» που δημοσιεύτηκε πρις από λίγες ημέρες στο επιστημονικό περιοδικό Nature Geoscience, ανατρέπει την μέχρι σήμερα επιστημονική γνώση για το χρόνο και τον τρόπο που εμφανίστηκε το Ανταρκτικό Περιπολικό Ρευμα. Επίσης, η μελέτη δημιουργεί νέα ερωτήματα για την αλληλεπίδραση του ρεύματος, με τους παγετώνες στην Ανταρκτική και το κλίμα της Γης, τόσο στο γεωλογικό παρελθόν, όσο και στην μελλοντική κλιματική αλλαγή.
Στην πρωτοποριακή τους έρευνα ο Δρ. Δημήτρης Ευαγγελινός με την ομάδα του, χρησιμοποίησαν καινοτόμες τεχνικές που συνδυάζουν ισότοπα νεοδυμίου σε απολιθωμένα δόντια και κόκαλα ψαριών και μετρήσεις κοκκομετρίας από θαλάσσια ιζήματα που συλλέχθηκαν απο τον πυθμένα του Νοτίου Ωκεανού, με σκοπό να μελετήσουν την ιστορία της δημιουργίας του Ανταρκτικού Περιπολικού Ρεύματος, κατά την διάρκεια των τελευταίων τριάντα ένα εκατομμύρια ετών.
Η μελέτη υπογραμμίζει ότι η οριστική αποκόλληση της Ανταρκτικής από την Νότια Αμερική (Πέρασμα Ντρέικ) και την Νότια Τασμανία (Πέρασμα Τασμανίας), αποτέλεσε προϋπόθεση για την δημουργία ενός συνεχόμενου θαλάσσιου ρεύματος γύρω από την Ανταρκτική. Ωστόσο, ο καταλυτικός παράγοντας που ευθύνεται για την γέννηση του σύγχρονου Ανταρκτικού Περιπολικού Ρεύματος – του ισχυρότερου θαλάσσιου ρεύματος στον πλανήτη – ήταν ο συνδυασμός της αλλαγής της πυκνότητας των βαθειών θαλάσσιων μαζών και της αυξανόμενης ισχύος των νοτιοδυτικών άνεμων στον Νότιο Ωκεανό, λόγω της ψύξης του πλανήτη και της αύξησης των παγετώνων της Ανταρκτικής, που ξεκίνησε περίπου πριν από δεκατέσσερα εκκατομμύρια χρόνια.